karantouzeni.blogspot.com Για όσους αγαπούν πραγματικά το λαϊκό και ρεμπέτικο τραγούδι.

Πέμπτη 22 Απριλίου 2010

Του Κώστα Μπαλαχούτη

Είναι η τρίτη φορά στην πορεία του περιοδικού που έχουμε τη χαρά να τον φιλοξενούμε στο εξώφυλλο και να συνομιλούμε μαζί του.
Άλλοτε με μπουζουξήδες, στην παραλία, άλλοτε στο πλευρό του Παναγιώτη Γιαννάκη, και τώρα μαζί με την Πίτσα Παπαδοπούλου. Εμείς επιδιώκουμε πιεστικά να συμπορευόμαστε μαζί του και εκείνος ανταποκρίνεται στα καλέσματά μας. Κι αυτό συμβαίνει γιατί ο Γιώργος Νταλάρας, σε αντίθεση με τους δύσκολους καιρούς που βιώνουμε σε όλα τα επίπεδα της ζήσης, εξακολουθεί να μας δίνει ισχυρές αφορμές μέσα από την τέχνη του. Μόλις κυκλοφόρησε ο νέος του δίσκος με καινούργια τραγούδια Γι’ Αυτό Υπάρχουνε Οι Φίλοι, ενώ ξεκινά τις ζωντανές του εμφανίσεις έχοντας στο πλευρό του την κυρία Πίτσα Παπαδοπούλου. Μια σύμπραξη που σίγουρα ιντριγκάρει τους φίλους του καλού τραγουδιού και αναμένεται να αφήσει τα δικά της σημάδια στη διασκέδαση. Αλλά και στον δίσκο -πολυσυλλεκτικό από πλευράς δημιουργών, και με μεγάλο εύρος συνθετών και στιχουργών- υπάρχουν τραγούδια με βαριά σκιά.

Πώς προέκυψε η συνεργασία με την Πίτσα Παπαδοπούλου; Γιατί εκείνη και όχι κάποια άλλη για παρτενέρ, και μάλιστα τη δεδομένη χρονική στιγμή;

Έχω μεγάλη χαρά που ξανασυναντιέμαι με την Πίτσα. Όταν πρωτοδουλέψαμε μαζί ήμαστε σχεδόν παιδιά. Όλο αυτό το διάστημα την παρακολουθώ και καλλιτεχνικά και ως άνθρωπο. Η Πίτσα είναι μια ξεχωριστή τραγουδίστρια και πολύ έμπειρη λαϊκή φωνή, με τεράστιες δυνατότητες ερμηνείας, και ακόμα είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος που διατήρησε σε εποχές δύσκολες σπάνιο ήθος. Γίνανε όλα ξαφνικά. Βρέθηκε αυτός ο πολύ ωραίος χώρος, στο ανανεωμένο «Πόλις», με τη βοήθεια του Ηλία Μαρασούλη, ξανασυναντιέμαι με πολύ καλούς συνεργάτες όπως είναι ο Πάνος Παπαδόπουλος και ο Μανώλης Παντελιδάκης, και μετά από πολλά χρόνια κάνω ένα λαϊκό πρόγραμμα, μια και η καινούργια δουλειά έχει λαϊκά τραγούδια, και θέλησα να έχω δίπλα μου μια αυθεντική λαϊκή φωνή. Η Πίτσα ξέρει ότι την αγαπώ και τη σέβομαι και της τη χρώσταγα αυτή τη συνεργασία.

Ποια θεωρείτε ότι είναι τα κοινά, αλλά και οι διαφορές, ανάμεσα σε εσάς και την κυρία Παπαδοπούλου;

Νομίζω ότι το κοινό μας είναι οι «ώρες πτήσης» στο λαϊκό τραγούδι, όπως και η αγάπη και η αφοσίωσή μας σε αυτό. Οι διαφορές είναι ότι έχουμε σαφώς άλλο ηχόχρωμα και άλλο ρεπερτόριο, που και αυτό όμως κάνει τη συνέργια και το αποτέλεσμα πιο ενδιαφέρον, γιατί πλουτίζει το πρόγραμμα. Και η άλλη διαφορά είναι ότι εγώ παίζω κυρίως σε συναυλίες. Όμως, αυτή τη φορά -μετά από παρότρυνση φίλων ακροατών- θέλησα να δουλέψω σε μια μουσική σκηνή, σ’ έναν πιο μαζεμένο χώρο, πιο ζεστό, και νομίζω ότι σε αυτό το πρόγραμμα η Πίτσα ως εκλεκτή καλεσμένη έχει κύριο ρόλο.

Με αφορμή αυτή τη συνεργασία θα υπάρξουν εκπλήξεις στο πρόγραμμα του «Πόλις»;

Πρώτα απ’ όλα, σ’ αυτή τη δουλειά, εκτός από την Πίτσα έχω μαζί μου τον εκρηκτικό τραγουδοποιό και μουσικό Μιχάλη Τζουγανάκη, που για το κοινό της Αθήνας μπορεί να είναι μάλλον μια καινούργια συνεργασία. Με τον Μιχάλη, όμως, είμαστε φίλοι και συνεργαζόμαστε δύο-τρία χρόνια τώρα. Γυρίσαμε μαζί όλη την Ευρώπη, τον εκτιμώ και τον αγαπώ πολύ, έχει ένα απίστευτο ταμπεραμέντο, μου θυμίζει τους μεγάλους κιθαρίστες του φλαμένκο που θαυμάζω. Έχει εξαιρετική αποδοχή από το κοινό. Τους συνεπαίρνει…

O καινούργιος δίσκος θυμίζει -τηρουμένων των αναλογιών του μεγέθους των δημιουργών αλλά και των εποχών- τους Μάηδες, την πρώτη ουσιαστικά τότε προσωπική πολυσυλλεκτική σας δουλειά. Πιστεύετε ότι θα έχει ανάλογη τύχη;

Πόσο χαίρομαι που θυμάστε τα παλιά. Πράγματι, έτσι είναι. Ο δίσκος αυτός έγινε με τη νοοτροπία των Μάηδων. Να σκεφτείτε ότι ηχογραφήσαμε 20 τραγούδια. Το ένα καλύτερο από το άλλο. Δουλέψαμε πολύν καιρό και χαίρομαι που μου δίνετε το βήμα να πω δημόσια ένα μεγάλο ευχαριστώ στους συνθέτες, στιχουργούς, τους μουσικούς, τους ενορχηστρωτές και τους ηχολήπτες αυτής της δουλειάς. Αλλά και στον εξαίρετο κύριο Γιώργο Μακράκη, που χωρίς υπερβολή έχει προσφέρει τη ζωή του στο λαϊκό τραγούδι. Όσο για την τύχη αυτού του υλικού, δεν μπορώ να την προκαθορίσω. Το ξέρω ότι είναι δύσκολες εποχές για τα τραγούδια, όμως εμείς οι μουσικοί δεν χάνουμε ούτε το κουράγιο μας ούτε την έμπνευσή μας. Είμαστε σαν τους γονείς. Φροντίζουμε τα τραγούδια με αγάπη, βάζουμε τον καλύτερό μας εαυτό για να τα βγάλουμε στον κόσμο. Ε, μετά δεν μας ανήκουν, παίρνουν τον δρόμο τους. Σαν τα παιδιά μας.

Στον δίσκο συνυπάρχουν κλασικά λαϊκά τραγούδια με άλλα του τρέχοντος ραδιοφωνικού τύπου, χωρίς αυτό να σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι δεν είναι αξιόλογα. Πώς καταλήξατε στην επιλογή των τραγουδιών;

Α! Εδώ θα ρίξετε την ευθύνη στον κύριο Κώστα Γιαννίκο, στον κύριο Μακράκη και στους μουσικούς. Εγώ είχα μαζέψει 30 τραγούδια που τα θεώρησα πολύ καλά και άξια να ακουστούν. Το καθένα στο είδος του, φυσικά. Ηχογράφησα σε πρώτη φάση τα 20 και έκανα «την παραχώρηση» να διαλέξουν τα 15. Έτσι τους το πέρασα δηλαδή, για να βγω από τη δύσκολη θέση. Γιατί εγώ δεν ξεχωρίζω κανένα.

Κάποια τραγούδια είναι γραμμάτια απ’ το χτες (Τριανταφυλλίδης, Χαψιάδης, Ξαρχάκος, Γκάτσος… αλλά και η επανεκτέλεση του Νικολάου). Γιατί εξοφλούνται τώρα και όχι τότε;

Τον ξέρετε τον στίχο «Άνοιξα το συρτάρι μου με τα παλιά τεφτέρια»; Είναι ένα συρτάρι που βάζουμε τραγούδια της καρδιάς. Μεγάλης ή μικρής αξίας• δεν έχει σημασία. Πολύτιμα για ’μένα. Όταν άκουσα αυτή τη μουσική απ’ το Ρεμπέτικο, σ’ ένα τραπέζι με τον Νίκο Γκάτσο και την Αγαθή (Δημητρούκα), τον παρακάλεσα να βάλει λόγια. Με είχε συγκινήσει τόσο πολύ και για άλλη μια φορά ο σπουδαίος Σταύρος Ξαρχάκος με τη μουσική του. Δεν το ξέχασε ο Γκάτσος και μου έκανε το χατίρι, και η Αγαθή είχε την καλοσύνη να μας παραχωρήσει τον στίχο. Όσο για το ποντικό τραγούδι του Τριανταφυλλίδη, όταν το άκουσα μάτωσε η ψυχή μου. Και παρακάλεσα τον Λευτεράκη (Χαψιάδη) να μου βάλει λόγια. Το τραγούδι του Νικολάου μού το έφερε ο Γιαννίκος. Μου άρεσε πολύ όταν το άκουσα.

Οι απανωτές δισκογραφικές καταθέσεις σας (προσωπικές αλλά και συμμετοχές) δεν φοβάστε μήπως τελικά δεν βοηθούν στο να αφομοιωθούν τα τραγούδια απ’ τον κόσμο;

Αυτά να τα πείτε στον κύριο Γιαννίκο, που βιάζεται να τα εκδώσει. Εμένα η δουλειά μου είναι να ηχογραφώ όσο είμαι καλά και όσο έχω δύναμη. Η ζωή μου είναι το στούντιο. Το ξέρετε, άλλωστε. Τώρα, ναι, σ’ αυτό έχετε δίκιο. Θα μπορούσαν αυτά να βγαίνουν πιο αραιά. Να σας όμως την αλήθεια; Βαρέθηκα να ασχολούμαι με το πρακτικό κομμάτι της δουλειάς. Κάποτε τα φρόντιζα όλα. Τώρα με ενδιαφέρει μόνο το στούντιο και οι υποχρεώσεις μου αποκλειστικά σαν μουσικός.

Το μετά τού Γιώργου Νταλάρα;

Μα τι μετά και πριν; Δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά. Μουσικοί είμαστε, μουσικοί και τίποτ’ άλλο, και «ζούμε τις μικρές μας ιστορίες», που λένε και οι φίλοι μου ο Χάρης και ο Πάνος.

Πηγή: Περιοδικό ΟΑΣΙΣ